*Άρθρο της Νόρας Ράλλη στην Εφημερίδα των Συντακτών (16.09.2017).
Έλλειμμα πολιτικής συζήτησης και μια απόπειρα αναζωπύρωσης του ψυχροπολεμικού κλίματος ήταν τα κύρια στοιχεία που χαρακτήρισαν την πρόσφατη διακοινοβουλευτική διάσκεψη για την ευρωπαϊκή, εξωτερική και αμυντική πολιτική που πραγματοποιήθηκε στο Τάλιν της Εσθονίας (7-9 Σεπτεμβρίου).
Η εσθονική προεδρία όχι μόνο αποφάσισε να μην καταλήξει η διάσκεψη σε πολιτικά συμπεράσματα (όπως γίνεται μέχρι τώρα), αλλά πολύ περισσότερο, αντί να υπάρξει μια εποικοδομητική ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των κοινοβουλευτικών αποστολών, αυτό που έγινε κατ’ ουσίαν ήταν οι αποστολές να «λάβουν γνώση» εκ μέρους του αρχηγού των μυστικών υπηρεσιών της Εσθονίας και του επικεφαλής της Στρατιωτικής Αντικατασκοπίας της χώρας για τον «ψυχρό πόλεμο» μεταξύ «Ευρώπης και Ρωσίας», όπως ακούστηκε επανειλημμένα από τη μεριά της προεδρεύουσας χώρας.
Οι μόνοι που εξέφρασαν έντονη δυσφορία ήταν ο καθηγητής Κώστας Δουζίνας ως πρόεδρος της Επιτροπής Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων του ελληνικού Κοινοβουλίου και η αντίστοιχη αντιπροσωπεία από την Κύπρο, οι οποίοι κατέθεσαν την άποψη πως «η Ε.Ε. δεν κάνει λόγο για “ψυχρό πόλεμο”» και «πώς είναι δυνατόν ν’ ακούγονται τέτοιες εκφράσεις σε μια διάσκεψη φορέων της Ε.Ε.;».
Σημειώνουμε ότι η γερμανική αντιπροσωπεία ήταν απούσα, εξαιτίας των επικείμενων γερμανικών εκλογών.
«Ουσιαστικά, η αρχική συζήτηση μεταξύ των επικεφαλής των αντιπροσωπειών αντικαταστάθηκε από ενημέρωση για την κατάσταση στη Ρωσία, την οποία μάλιστα ανέλαβαν οι διευθυντές της κρατικής και στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών της Εσθονίας. Οι εσθονικές υπηρεσίες πληροφοριών αναφέρθηκαν στον “ψυχρό πόλεμο” που υπάρχει μεταξύ Ρωσίας και Δύσης, περιέγραψαν λεπτομερώς την κατανομή των ρωσικών και ΝΑΤΟϊκών στρατευμάτων στη Βαλτική και υποστήριξαν ότι η Ρωσία χρειάζεται “αλλαγή καθεστώτος” (regime change), κάτι που μας θυμίζει ανάλογες καταστάσεις, για τον Σαντάμ Χουσεΐν», διευκρινίζει ο κ. Δουζίνας.
«Ας σημειωθεί ότι απόφαση της εσθονικής προεδρίας για μη υιοθέτηση ψηφίσματος είναι πιθανό να οφείλεται στην πίεση που έχει ασκήσει το δίκτυο Group Med», συμπληρώνει.
Το Group Med αποτελείται από αντιπροσωπείες των επτά Μεσογειακών χωρών (Ελλάδα, Κύπρος, Ιταλία, Μάλτα, Γαλλία, Πορτογαλία, Ισπανία) και δημιουργήθηκε στην Αθήνα τον Απρίλιο του 2015, με πρωτοβουλία του Κ. Δουζίνα.
Η επιμονή αυτών των αντιπροσωπειών πως και οι χώρες του Βίζεγκραντ πρέπει να αναγνωρίζουν την προσφυγική κρίση και τα βάρη που δημιουργεί στις χώρες πρώτης εισδοχής, όπως και την υποχρέωση όλων των κρατών-μελών να αποδεχθούν έναν αριθμό προσφύγων από την Ελλάδα και την Ιταλία, προκαλεί ακόμα τουλάχιστον αμηχανία σε χώρες όπως η Εσθονία, όπως φάνηκε και σε αυτή την πρόσφατη διάσκεψη.
«Η διάσκεψη στο Ταλίν έδειξε ότι πολλά ηγετικά στελέχη της Ε.Ε. και των επιμέρους κρατών δεν αντιλαμβάνονται το μέγεθος της οικονομικής, πολιτικής και κοινωνικής κρίσης της Ενωσης και των προκλήσεων που δημιουργούν οι μεταναστευτικές ροές και το Brexit», δήλωσε ο κ. Δουζίνας.
«Αντί λοιπόν η διαβούλευση να εστιάζει στις πολιτικές αναδιοργάνωσης του κοινωνικού κράτους, δόθηκε μεγάλη έμφαση σε θέματα ασφάλειας και άμυνας. Επίσης, φάνηκε ξεκάθαρα το χάσμα μεταξύ “νέας” και “παλιάς” Ευρώπης».
Και κατέληξε: «Η επόμενη διάσκεψη θα πραγματοποιηθεί στη Σόφια, τον Φεβρουάριο του 2018. Ας ελπίσουμε ότι εκεί οι διοργανωτές θ’ αποφύγουν το παράδειγμα της Εσθονίας και θα στρέψουν τη συζήτηση στα σημαντικά ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι κοινωνίες της Ευρώπης και όχι σε μια τεχνητή πυροδότηση ενός νέου ψυχρού πολέμου».