To Brexit or not to Brexit?

Το καλοκαίρι του 1974 συνάντησα έναν ηλικιωμένο τυπικό Αγγλο σ’ ένα πάρκο του Λονδίνου.

Φορούσε σακάκι τουίντ, είχε στριφτό μουστάκι και ένα άγριο μπουλντόγκ που μου φάνηκε ότι του έμοιαζε.

● «Από πού είσαι;» με ρωτάει. «Από την Ελλάδα».

● «Είναι στην Ασία η Ελλάδα;». «Οχι» του λέω «όπως και η Αγγλία στην Ευρώπη».

● «Η Αγγλία δεν είναι στην Ευρώπη», μου απαντάει εκνευρισμένος.

«Ξέρω ότι υπάρχουν πέντε ήπειροι» του λέω λίγο μασημένα καθώς ο σκύλος είχε αρχίσει να δείχνει τα δόντια του.

«Αν δεν είναι στην Ευρώπη πού είναι;».

● «Η Αγγλία είναι μόνη της», μου απαντάει με περηφάνια.

Ο κύριος με το μπουλντόγκ αντιπροσωπεύει την κυρίαρχη άποψη των οπαδών του Brexit.

«Ομίχλη στη Μάγχη, αποκόπηκε η Ευρώπη» έλεγαν οι μετεωρολόγοι στις ειδήσεις του ΒΒC μέχρι το 1950.

Ηταν η περίοδος που επίσημη αγγλική ιδεολογία ήταν η «εξαίσια απομόνωση».

Οπως έγραφαν τα σχολικά βιβλία, στις αρχές του 20ού αιώνα 90% της υφηλίου διοικούνταν άμεσα ή έμμεσα από τη Βρετανία.

Αλλά στις αρχές των ‘60 η αυτοκρατορία είχε διαλυθεί. Ενας λαός που υπερηφανευόταν ότι «σ’ όλα τα μέρη του κόσμου υπάρχει ένα μικρό κομμάτι της Αγγλίας» έπρεπε να συμβιβαστεί με δύο δύσκολες ιδέες.

Η Βρετανία έχει γίνει μια δύναμη δεύτερης κατηγορίας που εξαρτάται οικονομικά, πολιτικά και στρατιωτικά από μια πρώην αποικία της. Δεύτερον, αναγκάστηκε να γίνει μέλος ενός κλαμπ την κυρίαρχη δύναμη του οποίου είχε νικήσει σε δύο Παγκόσμιους Πολέμους.

 To Brexit

Υπάρχει ακόμη στη βρετανική ψυχή ένα βαθύ μετα-αποικιοκρατικό τραύμα.

Πρώτα, η οδυνηρή και ταχεία αποχώρηση από την Ασία και την Αφρική, μετά η αίσθηση πολιτισμικής ανωτερότητας απέναντι στους Αμερικανούς που τους διαδέχθηκαν ως ηγέτες του Δυτικού κόσμου (Tζορτζ Μπέρναρντ Σο: Οι Αγγλοι και οι Αμερικάνοι είναι δύο λαοί που χωρίζονται από μία κοινή γλώσσα).

Τέλος η επανειλημμένη απόρριψη από τον Ντε Γκολ της βρετανικής αίτησης εισόδου στην ΕΟΚ και η αίσθηση ότι το κλαμπ δεν τους ανήκει δημιούργησαν την απομονωτική, μελαγχολική βρετανική ψυχοσύνθεση.

Την συνάντησα σε εργατικές παμπ γεμάτες ιστορίες για την βρετανική ανδρεία, συντροφικότητα και στωικότητα στους πολέμους.

Ηταν απόψεις ενός πληγωμένου και περήφανου λαού. Είχε πολεμήσει γενναία, είχε θυσιαστεί στους πολέμους και τώρα έβλεπε την άρχουσα τάξη, που δεν έχει αλλάξει για τρεις αιώνες, να τον οδηγεί στην παρακμή, όπως οι στρατηγοί είχαν οδηγήσει τη νεολαία της Βρετανίας στον σίγουρο θάνατο στις πεδιάδες της Γαλλίας και του Βελγίου στον Α’ Π.Π.

Συνάντησα την ίδια υπόγεια θλίψη στην πρώτη πανκ σκηνή.

Εξέφραζε με χαρακτηριστικό τρόπο μια συνολική αποξένωση από την κοινωνία και τις αξίες της. Το παλιό τέλειωνε και το καινούργιο δεν φαινόταν ακόμη στον ορίζοντα.

Οταν η τρομακτική φιγούρα της κ. Θάτσερ έφερε το καινούργιο, αυτό αντί να πατήσει στην παράδοση της αλληλεγγύης που είχαν δημιουργήσει οι πόλεμοι και η δημιουργία του πρώτου καθολικού συστήματος υγείας και δωρεάν παιδείας, πριμοδότησε αντίθετα τον κτητικό ατομισμό και τον καταναλωτισμό.

Η παλιά ηγεμονία είχε καταρρεύσει και η νέα δεν μπορούσε να ξαναφτιάξει την ιδέα της κοινότητας.

Πάνω σ’ αυτή την αποτυχία ρίζωσε η ιδέα του Brexit. Ηταν λάθος απάντηση σε λάθος ερώτημα.

Σήμερα ο Μπόρις Τζόνσον, πρώην δήμαρχος του Λονδίνου, και ο Νάιτζελ Φαράτζ, αρχηγός του ακροδεξιού Κόμματος Ανεξαρτησίας, που ηγούνται της εκστρατείας του Brexit απαντούν στην παρακμή με ξενοφοβικές κορόνες και έναν υπόρρητο ρατσισμό, που σ’ αντίθεση με άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες δεν μπορεί να εκφραστεί ανοικτά στο Λονδίνο.

Πρέπει να «επαναπατρίσουμε» το Σύνταγμά μας και να αποκτήσουμε την κυριαρχία, μας λένε.

Αυτό που δεν λέγεται όμως είναι ότι στο άγραφο Βρετανικό Σύνταγμα η κυριαρχία ανήκει στη Βουλή, όχι στον λαό.

Η Βουλή μπορεί με απλή πλειοψηφία να καταργήσει όλους τους θεσμούς, ακόμη και τη Βασιλεία.

Η κυριαρχία αν γυρίσει δεν θα πάει στον λαό αλλά στην πολιτική «κάστα».

Η ιδέα της ηρωικής εξόδου, του «Βρεξωτισμού» όπως λέγεται, εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1994 από τον Νόρμαν Λαμόντ, έναν αποτυχημένο υπουργό Οικονομικών.

Ο Λαμόντ, που μας τον εμφάνισαν ως φίλο της Ελλάδας πέρσι το καλοκαίρι, ήταν εκείνος που για να κρατήσει τη Βρετανία στον μηχανισμό σταθερών συναλλαγματικών ισορροπιών ανέβασε τη «Μαύρη Τετάρτη», μέσα σε 24 ώρες, τα επιτόκια σε 25%, οδηγώντας εκατομμύρια Βρετανούς να χάσουν τα σπίτια ή τις επιχειρήσεις τους και τη Βρετανία έξω από τον μηχανισμό.

Η ιδέα του ήταν μια απελπισμένη προσπάθεια να κατηγορήσει για την παρακμή της Βρετανίας και την προσωπική του αποτυχία τους Ευρωπαίους.

Ετσι ξεκινάνε συχνά οι μεγάλες καταστροφές.

 Not to Brexit

Τι λένε αυτοί που υποστηρίζουν την παραμονή στην Ε.Ε.;

Με τον πανικό των τελευταίων ημερών, όταν πέρασε μπροστά το Brexit στις δημοσκοπήσεις, η κυβέρνηση άρχισε να απειλεί τους πολίτες με λιμό, σεισμό και καταποντισμό.

Θα κοπούν δισεκατομμύρια από τις κοινωνικές δαπάνες (που τις έχει πετσοκόψει ήδη ο Κάμερον), θα κοπούν οι συντάξεις, οι συνταξιούχοι δεν θα έχουν πια πάσο για δωρεάν συγκοινωνίες, το σύστημα υγείας θα καταστραφεί, θα βρέχει όλο τον χρόνο.

Πολλά από τα οικονομικά επιχειρήματα είναι σωστά.

Τουλάχιστον την πρώτη περίοδο η στερλίνα θα υποτιμηθεί, θα χαθούν θέσεις εργασίας (η βρετανική ανεργία είναι μόνο 5%), το ΑΕΠ θα μειωθεί, το Σίτυ του Λονδίνου -το δυνατότερο χρηματοπιστωτικό κέντρο στην Ευρώπη- θα υποχωρήσει.

Οι ευρωπαϊστές έχουν κερδίσει το οικονομικό επιχείρημα. Αλλά ο κόσμος δεν ψηφίζει μόνο με οικονομικά κριτήρια.

Στη μεταδημοκρατική εποχή, η πολιτική απωθεί τους πολίτες.

Τα κεντροαριστερά και κεντροδεξιά κόμματα έχουν συγκλίνει στο ακραίο νεοφιλελεύθερο κέντρο και η δυνατότητα επιλογής εναλλακτικών πολιτικών χάθηκε.

Η παντοδυναμία των τεχνοκρατών στηρίζεται στον ισχυρισμό ότι τα πολύπλοκα κοινωνικά προβλήματα έχουν επιστημονικά σωστές λύσεις που δεν πρέπει να μπαίνουν σε δημόσια διαβούλευση ή, χειρότερα, σε εκλογές.

Ο λαός δεν καταλαβαίνει, κάνει λάθη. Καλύτερα λοιπόν να μην ανακατεύεται.

Αυτή η υποτιμητική αντιμετώπιση βρίσκεται σε μεγάλο βαθμό πίσω από την άνοδο του Brexit. Το σύνολο της πολιτικής «κάστας», όλα τα κόμματα της Βουλής, οι βιομήχανοι, οι τραπεζίτες, τα συνδικάτα και η Εκκλησία είναι υπέρ της παραμονής.

Αλλά όπως έδειξαν τα δημοψηφίσματα για το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα στη Γαλλία, την Ολλανδία, την Πολωνία, την Ιρλανδία, όταν δίνεται στους πολίτες η σπάνια ευκαιρία να πουν στους από πάνω «ώς εδώ και μη παρέκει» την αδράχνουν με τα δύο χέρια.

Λοιπόν to Brexit or not to Brexit; Τα βασικά επιχειρήματα και των δύο πλευρών είναι τόσο προβληματικά που πολλοί δεν θα ψηφίσουν –αναμένεται μεγάλη αποχή.

Αλλά όπως πρόβλεψα εδώ και μήνες το Brexit θα κερδίσει.

Αυτό θα γίνει για τους λόγους που είπαμε αλλά και για πολλούς άλλους που δεν αφορούν την Ευρώπη: γιατί δεν μαζεύει συχνά ο δήμος τα σκουπίδια, γιατί ο βουλευτής της περιφέρειας δεν τους δέχεται, γιατί η Αγγλία δεν πάει καλά στο Euro ή γιατί οι Γάλλοι αστυνομικοί τού συμπεριφέρθηκαν αγενώς στις διακοπές.

Για τους καταφρονεμένους πολίτες, αν το «κατεστημένο» και η πολιτική τάξη υποστηρίζουν ομαδικά μια άποψη κάτι βρομάει.

Αλλά τι θα σημάνει ένα Brexit για την Ε.Ε. και την Ελλάδα;

*Άρθρο του Κώστα Δουζίνα. Δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών στις 17 Ιουνίου 2017.