«Δεν είμαστε ένας βαθιά αλλοτριωμένος λαός;» αναρωτήθηκε σε πρόσφατη συνέντευξη η Ελένη Κούρκουλα, η οποία ζήλεψε φαίνεται την Πάγκαλη δόξα τού «όλοι μαζί τα φάγαμε». «Μη σας φανεί ακραίο», πρόσθεσε «αλλά μήπως ο κάθε Ελληνας δεν ήταν ένας μικρός, μικρός Τσοχατζόπουλος;» Αυτή η «εκ βαθέων» εξομολόγηση μπορεί να αναλυθεί σε πολλά επίπεδα, από το νομικό μέχρι το ψυχαναλυτικό, το κοινωνικό και το πολιτικό. Αν πάρουμε τη δήλωση κυριολεκτικά οι ποινικές συνέπειες είναι προφανείς. H κ. Κούρκουλα ομολόγησε την ευθύνη της, ως τίμια μικρή Τσοχατζοπουλική, όπως έκανε και ο συμποσιαστής Πάγκαλος με το μεγάλο του φαγοπότι. Θα έπρεπε και οι δύο να οδηγηθούν άμεσα στη Δικαιοσύνη. Ο εισαγγελέας πρέπει να ξεκινήσει προκαταρκτική εξέταση και να καλέσει την κ. Κούρκουλα και τον κ. Πάγκαλο για να εξακριβώσει ποιες ενέργειες φοροαποφυγής και διαφθοράς τούς κάνουν μικρούς Τσοχατζόπουλους. Αν παραδεχτούν την προσωπική τους ενοχή, ο δρόμος οδηγεί από τη Διονυσίου Αρεοπαγίτου στον Κορυδαλλό.
Το υποσυνείδητο μήνυμα είναι πιο σύνθετο. Η εξουσία χρησιμοποιεί συστηματικά ως στρατηγικές τον εκφοβισμό και τον ηθικισμό για να κάνει τον κόσμο να αποδεχτεί την καταστροφή της ζωής του. Θα αφήσουμε τον φόβο για μελλοντικό άρθρο. Ο ηθικός εκβιασμός είναι εξ ίσου αποτελεσματικός. Κατηγορεί τις λαϊκές τάξεις ως αμαρτωλές γιατί συμμορφώθηκαν με την εντολή της καταναλωτικής απόλαυσης της εποχής του εκσυγχρονισμού. Αφού λοιπόν καλλιέργησε η εξουσία την αχόρταγη επιθυμία με δάνεια, χρηματιστηριακές φούσκες και ανατιμήσεις των ακινήτων, τώρα απαιτεί αναγνώριση ενοχής, ειλικρινή μεταμέλεια και κατάλληλη τιμωρία. Στο προτεσταντικό δόγμα, το προπατορικό αμάρτημα παίζει κεντρικό ρόλο στη συγκρότηση του εαυτού και της κοινωνίας. Η ανθρωπότητα δεν μπορεί ποτέ να ξεφύγει από την αμαρτωλή της καταγωγή και πρέπει να ζει μια ζωή εξιλέωσης. Η αποδοχή της ενοχής και της οδύνης, η ατομική μετάνοια και η τιμωρία αποτελούν την αναπόδραστη μοίρα μας και το, κατά Μαξ Βέμπερ, θεμέλιο του καπιταλισμού.
Το μήνυμα των «τσοχατζοπουλιστών» δεν διαφέρει: πλούσιοι και φτωχοί, ισχυροί και αδύναμοι, έχουμε όλοι αμαρτήσει. Μπορεί να διαφέρει βέβαια το περιεχόμενο της παραβατικότητας, μια και η φοροαποφυγή του εφοπλιστή ή η φοροδιαφυγή του μεγαλοδικηγόρου είναι τεράστιες σε σχέση με τον υδραυλικό και τον ηλεκτρολόγο. Αλλά η μορφή είναι η ίδια και το θέμα αισθητικό. Δεν μπορούμε να συγκρίνουμε κάποιον που αγοράζει έργα τέχνης ή σπίτι στο Λονδίνο με τα λεφτά που δεν πλήρωσε σε φόρους με αυτόν που τα χρησιμοποιεί για να πάει διακοπές τα παιδιά του στην Πάρο. Οσο πιο φτωχός και αμόρφωτος αυτός που αμαρτάνει τόσο μεγαλύτερη η αμαρτία, γιατί φανερώνει μια πρωτογενή διαφθορά, μια αρρώστια που διαπερνά το σύνολο λαϊκό σώμα και χρειάζεται ριζική χειρουργική επέμβαση.
Υπάρχει όμως και ένα δεύτερο, βαθύτερο μήνυμα. Αν η αμαρτία είναι έμφυτη, αν η διαφθορά και η διαπλοκή είναι τόσο διαδεδομένες, είναι παραβατικές αλλά απαραίτητες. Οι ανθρωπολόγοι της Μεσογείου έχουν υποστηρίξει ότι τα κοινωνικο-οικονομικά συστήματα και οι νομικοί κώδικες στηρίζονται από άρρητα έθιμα, συμβάσεις και συνήθειες. Αυτό το κοινωνικό ήθος διευκολύνει τη λειτουργία της τυπικής ηθικής και των νόμων μετριάζοντας τα άδικα αποτελέσματά τους. Αλλά αυτό το απαραίτητο υπόστρωμα της κοινωνικής τάξης μπορεί να προδωθεί και διαστραφεί. Και αυτό συνέβη στην Ελλάδα του εκσυγχρονισμού. Ο κυνισμός της εξουσίας υπέσκαψε το κοινωνικό ήθος, καθώς καταδίκαζε μεν τις παράνομες πρακτικές αλλά ταυτόχρονα τις χρησιμοποιούσε αφήνοντάς τες να πολλαπλασιάζονται ατιμώρητες. Η έγνοια για την οικογένεια και την παρέα γίνονταν έτσι αναξιοκρατικός διορισμός του ψηφοφόρου σε δημόσια θέση, η εξυπνάδα και η φιλία φοροαποφυγή, φοροαπαλλαγή και διαπλεκόμενες αναθέσεις δημοσίων συμβάσεων, η φιλοτιμία και η αναγνώριση της καλής δουλειάς φακελάκι. Σαν τις «αμαρτωλές» απολαύσεις που συνοδεύουν το αναπαραγωγικό σεξ, όλα αυτά εμφανίζονταν ελαφρώς προβληματικά αλλά απαραίτητα για την αναπαραγωγή του συστήματος… «Τι να κάνουμε», «έτσι είναι ο κόσμος», έκλεινε το μάτι η εξουσία.
Ο Μεγάλος Αλλος
Και ξαφνικά όλοι μάθαμε ότι είμαστε μικροί Τσοχατζόπουλοι. Ο κ. Πάγκαλος και η κ. Κούρκουλα, με την εμφάνιση και την καλλιέργειά τους, ενεργούν σαν τον λακανικό Μεγάλο Αλλο. Ο Μεγάλος Αλλος είναι ο παντογνώστης πυρήνας της συμβολικής τάξης, της γλώσσας και του νόμου. Είναι αυτός που επιτρέπει στην κυρίαρχη ιδεολογία να παρουσιάζεται εσωτερικά συνεπής, λογικά συνεκτική και ολοκληρωμένη. Ο Μεγάλος Αλλος ξέρει τα πάντα. Είναι οι παραλογισμοί της κυβέρνησης αποτέλεσμα ψεκασμού; Το θέμα αμφιλέγεται. Είναι τα μνημόνια συνταγματικά; Ο Μανιτάκης και ο Χρυσόγονος διαφωνούν. Βρισκόμαστε στο πρώτο κεφάλαιο ενός success story; Ο Χαρδούβελης και ο Τσακαλώτος λένε τα αντίθετα. Είναι ο ΣΥΡΙΖΑ το νέο ΠΑΣΟΚ ή παλαιοκομμουνιστές και εξτρεμιστές; Εμείς δεν έχουμε τις απαντήσεις, αλλά ο Μεγάλος Αλλος τις έχει. Φυσικά, οι συνωμοσίες δεν εξηγούν την ιστορική κίνηση. Φυσικά, το Σύνταγμα είναι σιωπηρό στα μεγάλα ζητήματα και καταλήγει να σημαίνει ό,τι λένε οι δικαστές, μόνο που και αυτοί είναι διχασμένοι. Φυσικά, ο λαός θα αποφασίσει αν υπάρχει success story και όχι οι οικονομολόγοι. Και πού θα πάει ο ΣΥΡΙΖΑ θα το αποφασίσουν τα μέλη του και όχι οι Μεγάλοι δημοσιογράφοι.
Αυτό που κάνει ο Μεγάλος Αλλος είναι να εγγυάται ότι η πλήρης γνώση είναι εφικτή, ότι οριστική απάντηση υπάρχει, παρ’ ότι απρόσιτη για μας. Το ότι ο Μεγάλος Αλλος ξέρει μας δίνει τη σιγουριά ότι αλήθεια υπάρχει έστω κι αν κανένας δεν τη γνωρίζει. Ούτε βέβαια και ο Μεγάλος Αλλος που, κατά τον Λακάν, δεν υπάρχει, είναι απατεώνας, πλάσμα της φαντασίας μας. Αποτελεί μια βολική επινόηση που μας προστατεύει από την ανασφάλεια, την έλλειψη σιγουριάς και την αμφιβολία, κεντρικά χαρακτηριστικά της ανθρώπινης ύπαρξης.
Το πασίγνωστο μυστικό
Δεν υπάρχει πολιτικός, δημόσιος υπάλληλος ή πολίτης που να μη γνώριζε τη διαφθορά, τη διαπλοκή και τη φοροδιαφυγή. Ομως, η κοινή αυτή γνώση ήταν ταυτόχρονα το μεγαλύτερο μυστικό. Ολοι το ήξεραν αλλά κανείς επίσημος δεν το παραδεχόταν δημόσια. Ο Μεγάλος Αλλος το ήξερε (αφού τα ξέρει όλα) αλλά δεν το αναγνώριζε. Ετσι η πρακτική μπορούσε να συνεχίζεται, σαν το κλεμμένο γράμμα του Εντγκαρ Αλαν Πόε: κανείς δεν ήξερε πού ήταν επειδή ακριβώς ήταν απόλυτα φανερό, βαλμένο πάνω στο τραπέζι, και μπορούσαν όλοι να το δουν. Η έλλειψη επίσημης παραδοχής και τιμωρίας της πασίγνωστης πρακτικής επέτρεπε στην κοινωνία να λειτουργεί ως εάν δεν υπήρχε το παραμικρό πρόβλημα.
Τώρα οι εκπρόσωποι του Μεγάλου Αλλου παραδέχτηκαν ότι το γνώριζαν πάντα – και ήταν και συνένοχοι. Πρέπει λοιπόν να αισθανθούμε όλοι ένοχοι και να αποδεχτούμε την τιμωρία μας – την ανεργία, τη δραστική μείωση μισθών και συντάξεων, την κατάργηση του λειψού κοινωνικού κράτους – με τον ίδιο τρόπο που η Εύα και ο Αδάμ τιμωρήθηκαν για το αμάρτημά τους με τις ωδίνες του τοκετού και τον μόχθο της εργασίας.
Αν είμαστε όμως όλοι μικροί Τσοχατζόπουλοι, αν οι παραβάσεις μας είναι κοινές και επιτρέπουν στο σύστημα να λειτουργεί, τότε είναι μεν λάθος αλλά δεν είναι καθολικά κολάσιμες. Η πραγματικότητα έχει δημιουργήσει τη δική της κανονιστικότητα, που αποτρέπει, φανερά ή υπόγεια, την τιμωρία της διαφθοράς. Μ’ άλλα λόγια, αν ο λαός είναι τόσο διεφθαρμένος όσο μας λένε, η αμαρτία δεν ξεριζώνεται και οι καταγγελίες της είναι ρητορικές. Και εδώ βρίσκεται η κοινωνική υπηρεσία της κ. Κούρκουλα και του κ. Πάγκαλου. Τώρα που ο Μεγάλος Αλλος παραδέχεται ότι το ξέρει, το σοκ είναι μεγάλο μεν, ανακουφιστικό δε. Το γνωστό μυστικό αποκαλύφθηκε, η πασίγνωστη μα κρυμμένη αλήθεια μαθεύτηκε. Οι πρακτικές μπορούν να συνεχιστούν πιο διακριτικά και συγκαλυμμένα. Η καθολική τους φύση (όλοι μας τα φάγαμε ως μικροί Τσοχατζόπουλοι) κάνει την ντροπή στιγμιαία και την τιμωρία επιλεκτική. Οι «δέκα μικροί Τσοχατζόπουλοι», η πλειοψηφία των Ελλήνων, τιμωρήθηκαν ήδη όπως γίνεται πάντα με τους μικρούς. Οι μεγάλοι συνεχίζουν το grande bouffe τους.
Αλλά υπάρχει και άλλη απάντηση. Η ψυχανάλυση τελειώνει όταν ο αναλυόμενος αναγνωρίσει ότι ο Μεγάλος Αλλος δεν υπάρχει, ότι δεν έχουμε ανάγκη φανταστικής ασφάλειας. Καθένας μας είναι υπεύθυνος για τα συμπτώματα και τις «αλήθειες» του, με όλες τις αβεβαιότητες και αντιφάσεις τους. Αυτονομία είναι η κατανόηση της δύναμής μας όταν εγκαταλείπουμε τις ψευδεπίγραφες δηλώσεις κάθε μεγίστου Αλλου ή Παγκάλου. Οταν το καταλάβουμε αυτό, οι «δέκα μικροί Τσοχατζόπουλοι» θα βάλουν τέρμα στον τσοχατζοπουλισμό.
*Άρθρο του Κώστα Δουζίνα. Δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών στις 04 Νοεμβρίου 2014.