Τον Απρίλιο του 1872 μια «σοβαρή» Αγγλίδα δημοσίευσε γράμμα στους Times του Λονδίνου με τίτλο «Είναι οι γυναίκες ζώα;». Απευθυνόταν στους Βρετανούς βουλευτές:
«Το κατά πόσον οι γυναίκες είναι ίσες με τους άνδρες έχει συζητηθεί ατέρμονα χωρίς απάντηση. Το κατά πόσον έχουν ψυχή παραμένει βαθιά αμφισβητούμενο θέμα. Θα ήταν όμως υπερβολικό να σας ζητήσουμε να αναγνωρίσετε ότι τουλάχιστον οι γυναίκες είναι ζώα; Οτι οι γυναίκες δεν είναι υποκείμενα Δικαίου είναι γνωστό. Αλλά δεν υπάρχει κάποιος βουλευτής να εισαγάγει ένα νομοσχέδιο που να λέει πως οπουδήποτε εμφανίζεται στο Δίκαιο η λέξη “ζώο” θα θεωρείται ότι συμπεριλαμβάνει και τις γυναίκες; Ετσι θα απαγορευτεί εξίσου η ανελέητη σκληρότητα προς σκύλους, γάτες και γυναίκες
Τρεις δικαστικές αποφάσεις σε μία εβδομάδα προκάλεσαν την οργή της Αγγλίδας. Ανδρας που γρονθοκόπησε άλλον και του έκλεψε το ρολόι καταδικάστηκε σε 7 χρόνια ποινικής δουλείας και 40 μαστιγώσεις. Σύζυγος που δολοφόνησε τη γυναίκα του σπρώχνοντάς την μπροστά σε άμαξα, καταδικάστηκε σε τρεις μήνες καταναγκαστικά έργα. Ενας άλλος που έστειλε με μπουνιές τη φίλη του στο νοσοκομείο σε μόλις τέσσερις μήνες.
Η Εταιρεία εναντίον της Σκληρότητας προς τα Ζώα είχε ιδρυθεί το 1824 και είχε πετύχει πολλούς νόμους προστασίας τους. Αλλά οι γυναίκες θεωρούνταν ιδιοκτησία των πατεράδων τους, που είχαν δικαίωμα να τις βασανίζουν, και των συζύγων, καθώς ο βιασμός εντός γάμου παρέμενε ατιμώρητος μέχρι το 1995 στη Βρετανία και μέχρι πρόσφατα στην Ελλάδα. Κάποιος που επιτέθηκε και τραυμάτισε άνδρα μπορούσε να εκτελεστεί. Αν το θύμα ήταν η γυναίκα του, τα καταναγκαστικά έργα αρκούσαν, μια και η σύζυγος ήταν ιδιοκτησία του άνδρα. Μέχρι το 1929, βρετανικά δικαστήρια είχαν αποφανθεί επανειλημμένα ότι όταν νόμοι για τα πολιτικά δικαιώματα περιέχουν τη λέξη «πρόσωπο», αυτή δεν περιλαμβάνει τις γυναίκες. Μόνον οι άνδρες ήταν υποκείμενα Δικαίου, μπορούσαν να εκλέγουν και να εκλέγονται.
Ας έρθουμε στο σήμερα. Πριν από δύο εβδομάδες μάθαμε τη συγκλονιστική ιστορία και την αυτοκτονία της 29χρονης Κύπριας Ελενας Φραντζή. Ο θετός της πατέρας, παπάς σε χωριό της επαρχίας Λευκωσίας, την κακοποιούσε σεξουαλικά από παιδί. Η μητριά της το ήξερε αλλά αντί να βοηθήσει την έδερνε. Στα δέκα της, η Ελενα κατήγγειλε το περιστατικό αλλά κανείς δεν την πίστεψε και ο φάκελος χάθηκε. Το μαρτύριο συνεχίστηκε και όταν στα είκοσι αποφάσισε να καταθέσει εναντίον του πατριού και βασανιστή της, το δικαστήριο καταδίκασε τον ιερέα σε μόλις δύο χρόνια φυλάκιση, ενώ η μητριά δεν διώχθηκε. Ο παπάς γύρισε στην ενορία του, η Ελενα αυτοκτόνησε.
Το σύνδρομο τραύματος από βιασμό (rape trauma syndrome) είναι ψυχική ασθένεια που ακολουθεί σχεδόν όλα τα θύματα. Τα συμπτώματα είναι εντονότερα και οι αυτοκτονίες περισσότερες σε όσες υπέφεραν στα χέρια συγγενών και φίλων. Οταν καταστρέφεται η εμπιστοσύνη στους άλλους καταρρέει ο κόσμος, χάνεται η θέση μας στον κόσμο, έλεγε ο Jean Amery.
Γυναίκες και «μολυσμένα ζώα»
Δεν έχουμε προχωρήσει πολύ από τον 19ο αιώνα στα θέματα της σεξουαλικής και ενδοοικογενειακής βίας. Ο βρετανικός νόμος για τις μεταδοτικές ασθένειες του 1860 επέβαλλε τη σύλληψη φτωχών, σεξουαλικά δραστήριων γυναικών, την υποχρεωτική εξέτασή τους για αφροδίσια και φυλάκιση αν ήταν θετικές.
Η Ελλάδα αντέγραψε την πολιτική το 2012. Γυναίκες που έμοιαζαν αλλοδαπές και θεωρούνταν εργάτριες του σεξ συλλαμβάνονταν και υποβάλλονταν σε υποχρεωτική εξέταση για τον ιό HIV. Οι φωτογραφίες τους δημοσιεύτηκαν σε εφημερίδες και ιστοσελίδες. Οταν βρέθηκε ότι δεν ήταν ξένες, η φυλάκιση -αλλά όχι και ο διασυρμός- τερματίστηκε. Τρεις αυτοκτόνησαν. Η εκστρατεία αποσκοπούσε να «προστατεύσει» το ελληνικό γενετικό υλικό, στοχοποιώντας, εξευτελίζοντας και τιμωρώντας τις «κατώτερες» γυναίκες. Οπως γράφει η ιστορικός Joanna Bourke, η νομοθεσία του 19ου αιώνα αντιμετώπιζε τις γυναίκες ως «μολυσμένα ζώα», ως «λυσσασμένες σκύλες». Οι Ελληνες πολιτικοί πρόσθεσαν τη φυλή στην ταπείνωση του φύλου και της τάξης.
Δεν τελείωσε λοιπόν η βία κατά των γυναικών με τις πρόσφατες περιορισμένες νομοθετικές βελτιώσεις εδώ και αλλού. Στις ΗΠΑ μόνο 12% των θυμάτων βιασμού καταγγέλλουν το έγκλημα στις Αρχές, ενώ στην Ελλάδα το 10%. Στη Βρετανία, 5% των βιασμών που καταγγέλλονται καταλήγουν σε καταδίκη του δράστη, 7% στην Ελλάδα σύμφωνα με στοιχεία του 2002.
Οι βιαστές που καταδικάζονται πρέπει να θεωρούν τους εαυτούς τους εξαιρετικά άτυχους. 4.500 βιασμοί γίνονται κάθε χρόνο στην Ελλάδα, χωρίς να περιλαμβάνονται σ’ αυτό το νούμερο οι χιλιάδες βιασμοί στην οικογένεια. Η Αστυνομία δήλωσε τον περασμένο Γενάρη ότι 13.700 υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας καταγράφηκαν μεταξύ του 2013 και του 2017. Μόνο το 2017 υπήρξαν 3.134 τέτοιες υποθέσεις με 4.234 θύματα, το 70% των οποίων ήταν γυναίκες. Οι δολοφονημένες γυναίκες ήταν διπλάσιες από τους άνδρες.
Ο νόμος δεν αρκεί
Γιατί δεν καταγγέλλεται ο βιασμός; Γιατί δεν τιμωρούνται οι δράστες; Υπάρχει παντού ένα σύστημα άμεσης και έμμεσης προστασίας των θυτών, αδιαφορίας και ανυποληψίας για τα θύματα. Οι γυναίκες φοβούνται μη χάσουν την υπόληψή τους ως τίμιων, μια και η ντροπή πέφτει συνήθως στην κακοποιημένη και όχι στον κακοποιό. Φοβούνται την εκδίκηση του εγκληματία και του κύκλου του, ακόμη περισσότερο αν ο δράστης είναι σύζυγος, πατέρας ή συγγενής.
Η Αστυνομία και οι δικαστικοί λειτουργοί δεν έχουν εκπαιδευτεί για να ερμηνεύουν και να κατανοούν το φυσικό και ψυχικό τραύμα των θυμάτων. Τα δικαστήρια, στις σπάνιες περιπτώσεις που γίνονται, βάζουν στο μικροσκόπιο την προσωπική ιστορία του θύματος, το γυρίζουν βασανιστικά στο τραυματικό συμβάν.
Η γυναίκα αντικειμενικοποιείται, η υπεράσπιση την κάνει ένα «αμαρτωλό» σώμα. Πρέπει να δικαιολογηθεί για τα ρούχα που φορούσε, την «προκλητική» συμπεριφορά της, το παρελθόν της, ως εάν υπάρχει οτιδήποτε μπορεί να δικαιολογήσει τη βία και τον βιασμό. Συχνά το έγκλημα επαναλαμβάνεται συμβολικά στο δικαστήριο.
Αυτή η μακρόχρονη και μόνιμα επαναλαμβανόμενη ιστορία δείχνει ότι η βία και ο βιασμός αποτελούν κύρια μέθοδο οργάνωσης της κοινωνικής εξουσίας. Αναπαράγονται και αναπαράγουν την πατριαρχία, τον σεξισμό, την ταξική και ρατσιστική κυριαρχία. Η ανοχή της βίας στην οικογένεια βασίζεται ακόμη στην -επιφανειακά ξεπερασμένη- αντίληψη ότι το σώμα της γυναίκας είναι αντικείμενο ιδιοκτησίας του άνδρα και σκοπός της η εξυπηρέτηση των σεξουαλικών του αναγκών.
Ο βιασμός αποτελεί κρίση, παραμόρφωση μιας υποβαθμισμένης ανδρικότητας. Η εξαφάνισή του αποτελεί ευθύνη των ανδρών. Πρέπει να αλλάξουμε συνολικά το νομικό σύστημα, να εκπαιδεύσουμε τους λειτουργούς του για να αυξηθεί η εξιχνίαση και η τιμωρία των δραστών. Αλλά, σε τελική ανάλυση, η εξάλειψη της σεξουαλικής επιθετικότητας δεν είναι δουλειά του Δικαίου αλλά δική μας. Η βαρβαρότητα δεν είναι ίδιον του φύλου. Χρειαζόμαστε έναν νέο ανδρικό ερωτισμό, βασισμένο στην ισότητα και τον σεβασμό. Αν δεν σταματήσει η βία κατά των γυναικών, κανένας μας, γυναίκα ή άντρας, δεν θα είναι ελεύθερος.
*Άρθρο του Κώστα Δουζίνα στην Εφημερίδα των Συντακτών. Δημοσιεύτηκε στις 10 Απριλίου 2018.