Μετά την αφόρητη πολιτικολογία των τελευταίων ημερών, μερικές σκέψεις για το ενδεχομενικό, το παλίμψηστο και το αντεστραμμένο βέλος του χρόνου, με αφορμή το βιβλίο «Το πολύ μέσα στο λίγο» του Τάσου Τσακίρογλου με άρθρα σ’ αυτή την εφημερίδα, με ανάποδη φορά, από το 2016 προς το 2012.
Στο φιλμ του John Carpenter «They Live» (1988), ο πρωταγωνιστής John Nada -ο ομηρικός Ούτις- βρίσκει ένα ζευγάρι μαγικά γυαλιά. Οταν τα φοράει βλέπει ότι πίσω από τις γιγαντοαφίσες και τα διαφημιστικά σποτ υπάρχουν μηνύματα που διατάζουν τον κόσμο να υπακούει, να καταναλώνει, να συμμορφώνεται.
Μόλις όμως φορέσει τα γυαλιά, τα μηνύματα αλλάζουν: «Ο,τι ακούς είναι ψέματα». Οι άνθρωποι της εξουσίας είναι εξωγήινοι με νεκροκεφαλές για πρόσωπο. Τα γυαλιά απομυθοποιούν την κυρίαρχη ιδεολογία και αποκαλύπτουν την καταπιεστική πραγματικότητα κάτω από τον καταναλωτικό παράδεισο.
Αυτό κάνει και η στήλη του Τάσου Τσακίρογλου. Τα άρθρα του είναι γυαλιά αποδόμησης του «παράδεισου» της εποχής μας. Ξεφυλλίζοντας το βιβλίο που τα σταχυολογεί, από κεφάλαιο σε κεφάλαιο, χωρίς εμφανή θεματική σύνδεση, θυμήθηκα έναν άλλο μύθο.
Η Σερεντίπ, μια Περσίδα πριγκίπισσα, ψάχνει ένα βιβλίο που έχει τη σοφία του κόσμου όλου. Υστερα από χρόνια αποτυχημένης αναζήτησης, όπως στρίβει σ’ έναν διάδρομο μιας βιβλιοθήκης, πέφτει πάνω στον πρίγκιπα των ονείρων της.
Η σοφία όλη κρύβεται στον έρωτα. Ετσι είναι και το βιβλίο του Τσακίρογλου. Γεμάτο απρόβλεπτες εκπλήξεις, βρίσκεις τυχαία κάτι σημαντικό που σου αλλάζει τον τρόπο που βλέπεις τα πράγματα. Το απρόβλεπτο, το απροσδόκητο παραμονεύουν παντού.
Ο ερχομός μας στον κόσμο, πρώτα, το πιο σημαντικό γεγονός της ζωής, είναι κάτι απολύτως τυχαίο. Πολλές μεγάλες αποφάσεις –ποιον θα ερωτευτούμε, αν θα κάνουμε παιδιά, ποιο επάγγελμα θα ακολουθήσουμε– παίρνονται από αυτό που λέμε μοίρα ή από τους άλλους.
Τέτοιες σκέψεις βάζει το βιβλίο καθώς πηδάει από μνήμη σε μνήμη, από σκέψη σε σκέψη, σ’ έναν οδικό χάρτη πρακτικής φιλοσοφίας.
Το βιβλίο είναι παλίμψηστο, γραμμένο πάνω σε προηγούμενα κείμενα. Είναι σημερινό αλλά έχει αναφορές σε περασμένες εποχές. Φαντάζομαι όταν κάθε άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε με αναφορές στα τότε τεκταινόμενα, κάποιοι αναγνώστες συμφώνησαν, άλλοι εκνευρίστηκαν. Η ανάγνωσή τους σήμερα βγάζει τα άρθρα από την αρχική επικαιρότητά τους, από το εφήμερο της εφημερίδας.
Η εφημερίδα αποτελεί ένα bricolage, κατά Levi-Strauss, ασύνδετα άρθρα, ανταποκρίσεις απόψεις. Το στήσιμο αλλά και η μοίρα της είναι να πεταχτεί ή να τυλίξει τα fish and chips στη Βόρεια Αγγλία. Τώρα τα άρθρα της εφημερίδας γίνονται κεφάλαια βιβλίου με αρχή, μέση και τέλος. Οταν λοιπόν διαβάζω ένα κεφάλαιο, που αρχικά ήταν άρθρο στην εφημερίδα, διαβάζω δύο διαφορετικά κείμενα.
Ο «Pierre Menard, αυγγραφέας του Δον Κιχώτη» είναι μια μικρή ιστορία του Μπόρχες. Ο Menard είναι φανταστικός Γάλλος συγγραφέας του 20ού αιώνα, αποφασίζει να ξαναγράψει τρία κεφάλαια του Δον Κιχώτη.
Οταν τελειώνει, το κείμενο είναι γλωσσικά απαράλλακτο, λέξη προς λέξη, με το αρχικό. Αλλά για τον Μπόρχες, είναι απείρως πλουσιότερο σε μεταφορές, στον χρωματισμό, στις αντιστίξεις. Διαβάζουμε τον «Δον Κιχώτη» του Menard στο φως των λογοτεχνικών κειμένων, των φιλοσοφικών θεωριών και των ιστορικών γεγονότων μετά το 1602.
Διαβάζουμε στον Τσακίρογλου για τη λιτότητα ή τη δημοκρατία, όχι όπως ήταν το 2012 ή 2013, τον χρόνο της αρχικής συγγραφής, αλλά σήμερα μετά τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, το δημοψήφισμα, το τρίτο Μνημόνιο. Οι λέξεις είναι ίδιες. Οι συνειρμοί και τα συναισθήματα, τελείως διαφορετικά.
Το αντεστραμμένο βέλος του χρόνου
Για τη φιλοσοφική ερμηνευτική του Γκάνταμερ, ο συγγραφέας ενός μυθιστορήματος δημιουργεί από την πρώτη πρόταση τον κόσμο στον οποίο εκτυλίσσεται η δράση. Οπως προχωράει η ανάγνωση, ο κόσμος της ιστορίας ξετυλίγεται, γίνεται πιο λεπτομερής, συγκεκριμένος, τόσο χειροπιαστός που ο αναγνώστης μπορεί να μαλώσει τον συγγραφέα όταν ένα συμβάν δεν ταιριάζει με τη συνοχή του. Τι λοιπόν σε χτυπάει όταν ανοίγεις το βιβλίο του Τσακίρογλου;
Το πρώτο κεφάλαιο λέγεται «Οι τυφλοί και η σκωληκοειδίτιδα». Το τελευταίο, «Η τυραννία της λιτότητας». Στο πρώτο τα σημαίνοντα, τυφλοί και σκωληκοειδίτιδα, δεν έχουν λογική σχέση, μοιάζουν με το free assοciation της ψυχανάλυσης, την άλογη λογική του ασυνείδητου.
Μιλάει ο Σαραμάγκου, από το μυθιστόρημα «Περί τυφλότητος» που μαζί με το δίδυμό του, Seeing (Βλέποντας), μας μαθαίνει ότι οι τυφλοί είναι οι πιο ανοιχτομάτες. Η «Τυραννία της λιτότητας», από την άλλη, σε γυρίζει στα γνωστά.
Αναφέρεται στον Μαρξ και τον Μακιαβέλι. Το πρώτο άρθρο γράφτηκε στις 15 Απριλίου 2016, το τελευταίο στις 19 Δεκεμβρίου 2012. Ο χρόνος πάει προς τα πίσω. Μπορούμε να διαβάσουμε τη λιτότητα από τη σκοπιά του τυφλού και της σκωληκοειδίτιδας;
Οταν εγκαταλείπουμε την πίστη στην ιστορική αναγκαιότητα, η Ιστορία γίνεται ανοιχτή, καινοφανής, ενδεχομενική. Ο ιστορικός ρους δεν είναι μια γραμμική και αδυσώπητη πρόοδος.
Συγκροτείται αναδρομικά μετά το προσωρινό τέλος μιας σειράς συμβάντων. Γεγονότα που παρουσιάζονται στους συμμετέχοντες ασύνδετα, χωρίς σχέση, παίρνουν αναδρομικά τη μορφή αναπόσπαστων κρίκων σε μια αλυσίδα ιστορικής αναγκαιότητας.
Το χρονικό τόξο αντιστρέφεται, κατευθύνεται προς τα πίσω. Αφηγούμαστε στο παρόν την ιστορία που μας έφερε εδώ. Δεν φτιάχνουμε απλώς την ιστορία μας σε συνθήκες που δεν μπορούμε να διαλέξουμε, όπως έλεγε ο Μαρξ. Καταγράφουμε σήμερα πηγαίνοντας προς τα πίσω, πώς φτάσαμε στην παρούσα κατάσταση.
Το ιστορικό συμβάν δημιουργεί λοιπόν τη δική του προϊστορία. Η μελλοντική αλλαγή δημιουργεί την παροντική ιστορική διαδρομή. Είμαστε, έτσι, κομμάτια του μέλλοντος που ακόμα έρχεται. Ακόμα σημαντικότερο, δημιουργούμε ή αλλάζουμε σήμερα το παρελθόν που μας οδήγησε έως εδώ.
Ο Τ. Σ. Ελιοτ έλεγε πως για να κρίνεις έναν νέο ποιητή, θα πρέπει να τον τοποθετήσεις στο πάνθεο των προηγούμενων. Αλλά επειδή το οικοδόμημα της ποίησης έχει ολοκληρωθεί πριν από την άφιξη του, ο νέος αλλάζει τον ποιητικό κανόνα. Διαβάζουμε τους παλιούς με τα γυαλιά που μας δίνουν οι πρόσφατοι. Για τον Μπόρχες, κάθε συγγραφέας δημιουργεί τους προγόνους του.
Κάτι παρόμοιο συμβαίνει στη φιλοσοφία και την πολιτική. Οι μετέπειτα επηρεάζουν τον τρόπο που διαβάζουμε τους κλασικούς. Ο Νίτσε άλλαξε τον Χριστό, ο Στάλιν τον Μαρξ, ο Χειμωνάς τον Σολωμό. Το παρελθόν μάς καθορίζει και μας περιορίζει∙ αλλά μπορούμε να το αλλάξουμε.
Ενα συμβάν αποκτά ιστορική σημασία όταν αποκόπτει τον ομφάλιο λώρο με το περιβάλλον του και αλλάζει την κατάσταση μέσα από την οποία αναδύθηκε. Η ιστορική αναγκαιότητα αναδύεται από τη σημερινή ενδεχομενικότητα.
Ετσι λοιπόν o Σαραμάγκου με κάνει να διαβάσω διαφορετικά τον Μαρξ, ο Μαρξ τον Μακιαβέλι, ο Τσακίρογλου και τους τρεις. Το πρώτο κεφάλαιο μας κάνει να εστιάζουμε στα σημαίνοντα, τα συμφραζόμενα, τους παράταιρους συνδυασμούς, τους αταίριαστους γάμους.
Οι τυχαίοι συσχετισμοί του ασυνείδητου, ο τυφλός και η σκωληκοειδίτιδα αλλάζουν την τυραννία της λιτότητας. Ετσι αναδύεται ο νιτσεϊκός, αποφθεγματικός χαρακτήρας της σκέψης, τα θραύσματα μιας ελευσόμενης γνώσης. Ετσι το «πολύ μέσα στο λίγο» του Τσακίρογλου, το «πολύ λίγο σχεδόν τίποτα» είναι αυτό που αλλάζει τα πάντα.
*Άρθρο του Κώστα Δουζίνα. Δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών στις 17 Οκτωβρίου 2016.