*Το άρθρο γράφτηκε πριν τον σχηματισμό της ιταλικής κυβέρνησης, αλλά τα γεγονότα ενισχύουν την παραπάνω ανάλυση
Οι πρόσφατες εξελίξεις στην Ιταλία δημιουργούν μια αίσθηση αντεστραμμένου déjà vu. Το μεταμοντέρνο πραξικόπημα του 2015 κατά της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ξαναπαίζεται στη γειτονική χώρα σε εκδοχή fast rewind: περιφρόνηση δημοκρατικών αποφάσεων, επιβολή λύσεων που
θέλουν οι αγορές και οι ορντοφιλελεύθεροι Γερμανοί, εγκατάλειψη των ιδρυτικών αρχών της Ε.Ε., εκφοβισμός του λαού για να αποδεχτεί τις «υποδείξεις των ανωτέρων». Όλα τα συστατικά της ελληνικής τραγωδίας επανέρχονται σε διασκευή commedia de l’arte, με πρωταγωνιστές καρικατούρες.
Οι ίδιοι κανόνες εφαρμόστηκαν: η οικονομία επιβάλλεται επί της πολιτικής, η λιτότητα αποτυγχάνει και το χρέος μεγαλώνει, οι αγορές ακυρώνουν εκλογικά αποτελέσματα. Οι κοινωνίες, μας λένε, έχουν γίνει πολύπλοκες, τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα απαιτούν σωστές τεχνοκρατικές λύσεις που δεν πρέπει να μπαίνουν σε δημόσια διαβούλευση και ακόμη περισσότερο σε ψηφοφορίες. Ο λαός δεν καταλαβαίνει, κάνει λάθη. Καλύτερα λοιπόν να μην ανακατεύεται. Έτσι, σε όλη την Ευρώπη υπάρχει πίεση για δημιουργία κυβερνήσεων τεχνοκρατών, συνήθως τραπεζιτών, ή «μεγάλων» συνασπισμών δεξιών και αριστερών κομμάτων που συγκλίνουν στο «ακραίο Κέντρο» αφαιρώντας κάθε δυνατότητα εναλλακτικών πολιτικών.
Είναι αυτό που ονομάστηκε από την πολιτική επιστήμη «μεταδημοκρατική συνθήκη». Τα καταστροφικά της αποτελέσματα κάνουν τους πολίτες να εγκαταλείπουν μαζικά τα συστημικά κόμματα γιατί αισθάνονται προδομένοι από την παγκοσμιοποίηση, το πολιτικό και χρηματοπιστωτικό κατεστημένο, τα οργανωμένα συμφέροντα. Αυτή η υποτιμητική αντιμετώπιση των λαών βρίσκεται πίσω από το Brexit, την άνοδο της ευρωσκεπτικιστικής Ακροδεξιάς, τις ιταλικές εκλογές όταν δεν υπάρχει αριστερή προοπτική.
Αλλά οδήγησαν και στις επιτυχίες του ΣΥΡΙΖΑ, του Κόρμπιν, του Σάντερς. Σε τέτοιες ιστορικές στιγμές επιστρέφει το «εξεγερσιακό» μέρος της δημοκρατίας και βρίσκει διεξόδους σε αμεσοδημοκρατικές πρωτοβουλίες και αντισυστημικές ψήφους. Οι Indignados και οι
Αγανακτισμένοι του 2011 προετοίμασαν το σκηνικό ανάδειξης του ΣΥΡΙΖΑ και του Podemos και την πιθανή κεντροαριστερή κυβέρνηση στην Ισπανία. Στην Ιταλία το Κίνημα των Πέντε Αστέρων έλαβε ανάλογες πρωτοβουλίες και επιβραβεύτηκε στις εκλογές μια και η Αριστερά δεν έχτισε γέφυρες μεταξύ των κοινωνικών και των εκλογικών κινητοποιήσεων. Το 2018 αποτελεί το ιταλικό 2011. Ας ελπίσουμε ότι θα το κατανοήσουν οι αριστεροί στη χώρα με το μεγαλύτερο Κομμουνιστικό Κόμμα στο παρελθόν, που έχει καταντήσει η πιο θλιβερή όψη της «πασοκοποίησης».
Οι Ιταλοί απέρριψαν τις πολιτικές λιτότητας, τις ευρωπαϊκές και εγχώριες ελίτ που τις επέβαλαν και τη συνεχή εναλλαγή στον πρωθυπουργικό θώκο μη εκλεγμένων πολιτικών. Εμείς είχαμε τον Παπαδήμο, αυτοί τον Μόντι, τον Ρέντζι, τον Τζεντιλόνι, παρά λίγο τον Κόντε, τώρα τον Κοταρέλι, πρώην στέλεχος του ΔΝΤ με το παρατσούκλι «Ψαλιδοχέρης». Και πάνω απ’ όλους, ο ταλαντούχος κ. Ματαρέλα μας θύμισε γιατί η ενός ανδρός προεδρική αρχή οδηγεί σε καταχρήσεις. Αλλά το κωμικό στοιχείο επικρατεί. Οι ιταλικές ελίτ αντέγραψαν την αντίδραση του ελληνικού και του βρετανικού κατεστημένου στα δημοψηφίσματα. Το σύνολο της πολιτικής «κάστας», οι βιομήχανοι, οι τραπεζίτες, τα συνδικάτα και η Εκκλησία, ήταν υπέρ του «Remain» στη Βρετανία και υπέρ του «Ναι» στην Ελλάδα. Όσο περισσότερο φαινόταν η λαϊκή αποδοκιμασία, τόσες περισσότερες διεθνείς προσωπικότητες, celebrities και τραπεζίτες «συμβούλευαν» και εκφόβιζαν τους πολίτες. Στην Ιταλία το παιχνίδι αντιστράφηκε. Πρώτα οι πολίτες ψήφισαν και μετά εξελίχθηκε το πραξικόπημα. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας απέρριψε την κυβέρνηση των πλειοψηφούντων κομμάτων γιατί δεν άρεσε στις Βρυξέλλες και στη Φρανκφούρτη ο κριτικός του ευρώ υποψήφιος υπουργός λες και υπάρχει κανένας αξιοπρεπής οικονομολόγος που δεν κριτικάρει το νόμισμα. Σε αγαστή συμφωνία, ο επίτροπος Έτινγκερ, σε ρόλο κακής απομίμησης του Σόιμπλε, δήλωσε ότι «οι αγορές θα μάθουν τους Ιταλούς να ψηφίζουν σωστά», ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας Βίσκο ότι η χώρα απέχει μόνο «μερικά βήματα από το να χάσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών», ενώ ο Ματαρέλα απέρριψε τον Κόντε γιατί «προκάλεσε συναγερμό σε ξένους και Ιταλούς επενδυτές» και όχι για τις ρατσιστικές απόψεις της Λέγκας που απειλεί να απελάσει 500.000 μετανάστες. Όταν οι λαοί δεν ψηφίζουν σωστά, τους αντικαθιστούν οι αγορές.
Οι ελίτ αγνόησαν την πρόσφατη Ιστορία. Οι υποδείξεις των «ταγών» του «business as usual» είχαν ακριβώς το αντίθετο αποτέλεσμα στη Βρετανία, την Ελλάδα και την Ιταλία. Όσον αφορά την Ευρωπαϊκή Ένωση, η διαδικασία θεσμικού ξηλώματος, που άρχισε με την οικονομική κρίση, επιταχύνθηκε με τους αντιδημοκρατικούς εκβιασμούς της Ελλάδας και γιγαντώθηκε με τις προσφυγικές ροές θα συνεχιστεί. Ανεξάρτητα από τα εκλογικά αποτελέσματα, οι λαϊκές
εξεγέρσεις γίνονται το «λίπασμα» που επιτρέπει στη δημοκρατία να επιβιώνει παρά τις διαπλοκές, τους πελατειασμούς και τη διαφθορά. Όπως έδειξαν και τα δημοψηφίσματα για το ευρωπαϊκό σύνταγμα, όταν δίνεται στους πολίτες η σπάνια ευκαιρία να πουν στους από πάνω «ώς
εδώ και μη παρέκει» την αδράχνουν με τα δύο χέρια.
Χωρίς πρωτοβουλίες που να ανατρέπουν τις τρέχουσες πολιτικές, θα προχωρήσουμε σε πρώτη φάση σε μια Ε.Ε. πολλών ταχυτήτων με έναν σκληρό πυρήνα γύρω από τη Γερμανία. Μετά, άγνωστο. Η απονομιμοποίηση του ευρωπαϊκού ηγεμονικού σχεδίου δημιουργεί μια ιστορική ευκαιρία για μια μεγάλη θεσμική διαβούλευση με έμφαση στην εμβάθυνση της δημοκρατίας, την επαναδιακήρυξη της αλληλεγγύης και την αναγνώριση της πολιτισμικής διαφορετικότητας.
Διαφορετικά, βρισκόμαστε πιθανά στην αρχή ενός ευρωπαϊκού 1989.
*Άρθρο του Κώστα Δουζίνα στην Αυγή. Δημοσιεύτηκε στις 04 Ιουνίου 2018.