*Άρθρο του Κώστα Δουζίνα στο opendemocracy.net (09 Ιουλίου 2018). Μεταφράστηκε για την Εποχή από τη Ζωή Γεωργούλα (29 Ιουλίου 2018).
Η ιστορική συμφωνία που υπογράφηκε στις 17 Ιουνίου 2018, στις Πρέσπες, μεταξύ της Ελλάδας και της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας (ΠΓΔΜ), βάζει τέλος σε μια διεθνή διαμάχη που κακοφορμίζει εδώ και είκοσι πέντε χρόνια. Η συμφωνία διασφαλίζει ένα ειρηνικό μέλλον με αλληλεγγύη και κοινή οικονομική ανάπτυξη για τους δύο λαούς και τα Βαλκάνια γενικότερα. Προβλέπει ότι η νέα ονομασία της ΠΓΔΜ θα είναι σύνθετη με γεωγραφικό προσδιορισμό («Βόρεια Μακεδονία»), ότι θα εφαρμοστεί τόσο σε εγχώριο όσο και σε διεθνές επίπεδο (erga omnes) και ότι το Σύνταγμα της ΠΓΔΜ θα τροποποιηθεί αναλόγως.
Η συμφωνία προσδιορίζει με σαφήνεια τα πολιτικά, ιστορικά και πολιτισμικά σύνορα μεταξύ της Ελληνικής Μακεδονίας και της Βόρειας Μακεδονίας. Η ολοκλήρωσή της όμως εξαρτάται από μια σειρά βήματα. Η ΠΓΔΜ θα διεξάγει δημοψήφισμα το φθινόπωρο. Εάν οι πολίτες αποδεχθούν τη συμφωνία, το Σύνταγμα θα τροποποιηθεί. Για αυτό απαιτείται κοινοβουλευτική πλειοψηφία δύο τρίτων και, επί του παρόντος, τα κόμματα που τάσσονται υπέρ της συμφωνίας δεν την κατέχουν. Αν αυτά τα προαπαιτούμενα εκπληρωθούν στα βόρεια των συνόρων μας, τότε το ελληνικό κοινοβούλιο θα χρειαστεί να επικυρώσει τη συμφωνία. Ο δεύτερος σε κοινοβουλευτική ισχύ κυβερνητικός εταίρος, οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, είναι αποφασιστικά εναντίον της. Επομένως, ο δρόμος για την ολοκλήρωση της συμφωνίας είναι γεμάτος με εμπόδια. Ωστόσο, η προσδοκία και από τις δύο πλευρές είναι ότι αυτή η σχεδόν αδύνατη αποστολή θα ολοκληρωθεί με επιτυχία, κατά τους πρώτους μήνες του επόμενου έτους.
Η συμφωνία σέβεται την αξιοπρέπεια και το δικαίωμα για αυτοπροσδιορισμό των Βορειομακεδόνων. Αποδέχεται την ύπαρξη μακεδονικής γλώσσας, μέρους της οικογένειας των σλαβικών γλωσσών (ένα γεγονός που από καιρό έχει αναγνωριστεί και από τον ΟΗΕ και από την Ελλάδα, αλλά όχι από τους έλληνες εθνικιστές, οι οποίοι βλέπουν αλυτρωτικές αξιώσεις σε αυτό). Προσδιορίζει την εθνικότητα ως «Μακεδονική/Πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας». Εν γένει η συμφωνία καταδεικνύει ότι ο σεβασμός για την ταυτότητα των λαών είναι ο μόνος δρόμος να αντιμετωπιστεί ο εθνικισμός.
Τι συνιστά έθνος;
Η έντονη συζήτηση για το «μακεδονικό» ζήτημα, κατά τις διαπραγματεύσεις και μετά τη σύναψη της συμφωνίας τον Ιούνιο, μας βοηθά να κατανοήσουμε το σύγχρονο έργο της ιδεολογίας. Διάφορα επιχειρήματα επιστρατεύθηκαν από τις αντιπαρατιθέμενες πλευρές στην Ελλάδα: ο όρος «Μακεδονία» αναφέρεται είτε στην ιστορία και την παράδοση της περιοχής, επομένως είναι αποκλειστικά ελληνικός, είτε είναι γεωγραφικός προσδιορισμός, εν τοιαύτη περιπτώσει το μεγαλύτερο μέρος της μακεδονικής περιφέρειας βρίσκεται στην Ελλάδα -περίπου το 40% στην ΠΓΔΜ και ένα μικρό μέρος στη Βουλγαρία. Η Μακεδονία είναι είτε αποκλειστικά ελληνική είτε ένας προσδιορισμός που ανήκει και σε άλλους λαούς. Ο λαός της «Μακεδονίας» είναι είτε έθνος είτε μη-εθνοτικός πληθυσμός. Η Μακεδονία έχει ανεξάρτητη γλώσσα ή πρόκειται για διάλεκτο της βουλγαρικής· είναι γεωγραφική περιοχή ή ανεξάρτητο κράτος. Και αυτά είναι μόνο αυτά που συζητούνται στην Ελλάδα.
Είναι σαφές ότι το νόημα του όρου «Μακεδονία» τίθεται υπό σοβαρή αμφισβήτηση. Επιπλέον, η αντίληψή μας για το τι συνιστά «έθνος» είναι αρκετά αμφίσημη. Αυτός ο πυρήνας ατομικής και συλλογικής ταυτότητας παραμένει εν πολλοίς ομιχλώδης και άγνωστος. Μολαταύτα, είμαστε αποφασισμένοι να κινητοποιηθούμε, να συμμετάσχουμε σε συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις, να παλέψουμε ο ένας εναντίον του άλλου, χωρίς να γνωρίζουμε πλήρως τι διακυβεύεται.
«Αντίπαλοι» εθνικισμοί
Στην Ελλάδα, οι εθνικιστές απειλούν υπουργούς και βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, που στηρίζουν τη συμφωνία -ορισμένοι έχουν δεχθεί και απειλές κατά της ζωής τους-, επιχειρούν να διαλύσουν εκδηλώσεις που εξηγούν τα ζητήματα γύρω από τη συμφωνία και έχουν προσπαθήσει να εκτροχιάσουν τη συμφωνία. Στην ΠΓΔΜ, η αντιπολίτευση έχει αντιστοίχως στηρίξει διαδηλώσεις ενάντια στη συμφωνία και έχει ασκήσει δίωξη εναντίον υπουργών και βουλευτών που τάσσονται υπέρ της συμφωνίας για εσχάτη προδοσία. Οι έλληνες εθνικιστές δεν θέλουν τους βόρειους γείτονές μας να χρησιμοποιήσουν τη λέξη «Μακεδονία» με κανένα τρόπο στην ονομασία της χώρας τους. Οι ομοϊδεάτες τους στην ΠΓΔΜ δεν θέλουν κανένα προσδιορισμό δίπλα στην ονομασία τους. Όπως συμβαίνει συνήθως με τους αντίπαλους εθνικισμούς, είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Αυτό που είναι μοναδικό όσον αφορά τη συμφωνία είναι ότι ένα ζήτημα αμφισβητούμενης ταυτότητας, τόσο συνηθισμένο στις πολυπολιτισμικές κοινωνίες, έχει γίνει διεθνής διαμάχη και έχει επιλυθεί μέσω μιας νομικά δεσμευτικής διεθνούς συμφωνίας. Στη Μακεδονία, η πολιτική ταυτότητας εισήχθη στον τετριμμένο κόσμο του διεθνούς πολιτικού ρεαλισμού.
Ιδεολογία, μεταξύ γνώσης και ασυνείδητου
Πώς, όμως, η ιδεολογία συμφιλιώνει αυτές τις οξύτατες αντιπαραθέσεις; Η ιδεολογία λειτουργεί στον ενδιάμεσο χώρο μεταξύ της γνώσης και του ασυνειδήτου, μεταξύ αυτών για τα οποία είμαστε σίγουροι και αυτών που αποτελούν μυστήρια τα οποία δεν κατανοούμε απολύτως, παρότι μας καθορίζουν. Οι πράξεις μας συχνά οδηγούνται από την επιθυμία, το τραύμα και το φόβο. Η πολιτική της Δεξιάς στο «μακεδονικό» αποτελεί παράδειγμα. Πολλοί από αυτούς που απορρίπτουν τη συμφωνία, ιδιαίτερα όσοι έχουν ζήσει στο εξωτερικό ή γνωρίζουν από διπλωματία, αναγνωρίζουν, σε ιδιωτικές συζητήσεις και περιστασιακά σε δημόσιες, ότι έχει δημιουργηθεί μια ευκαιρία για να λυθεί ένα πρόβλημα που έμοιαζε άλυτο. Συμφωνούν ότι αυτό πρέπει να γίνει σύντομα διότι το «τραύμα» της ελλείπουσας ονομασίας κακοφορμίζει και οι δύο χώρες έχουν χάσει πολλά λειτουργώντας αδιάλλακτα.
Η Ελλάδα θα κερδίσει από τη συμφωνία. Εκατόν σαράντα τέσσερις χώρες, μεταξύ των οποίων η ΗΠΑ, η Ρωσία και η Κίνα, έχουν αναγνωρίσει την ΠΓΔΜ με τη συνταγματική της ονομασία, ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Ο ελληνικός ισχυρισμός ότι ο όρος «Μακεδονία» αναφέρεται αποκλειστικά στην κλασική αρχαιότητα, καταρρίπτεται καθημερινά σε διεθνή φόρα και ΜΜΕ, που χρησιμοποιούν τη συνταγματική ονομασία. Θυμάμαι ότι η ακατανόητη ελληνική άρνηση της ονομασίας που χρησιμοποιούταν από όλους σε ακαδημαϊκά συνέδρια, δημιουργούσε απορία και ειρωνικά σχόλια. Η σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό θα αποτρέψει τους ψευδείς ισχυρισμούς των εθνικιστών της ΠΓΔΜ για ιστορία και παράδοση που κρατά χιλιετίες.
Οι γείτονές μας κερδίζουν ακόμα περισσότερα. Θα πάψουν να είναι παρίες της διεθνούς κοινότητας, εξαιτίας του ελληνικού βέτο για την ονομασία τους. Η σταθερότητα θα είναι εγγυημένη, τα αιτήματα ένταξης στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ θα προχωρήσουν, διασφαλίζοντας μελλοντική σταθερότητα και ανάπτυξη για την περιοχή. Η συμφωνία είναι ο ορισμός της περίπτωσης όπου και οι δύο πλευρές είναι κερδισμένες.
Ο παραλογισμός του ασυνείδητου
Ωστόσο, το δεξιό ασυνείδητο, τραυματισμένο από την απώλεια εξουσίας από τους «επαναστάτες» της ριζοσπαστικής αριστεράς, δρα ενάντια στη λογική. Η πλέον σημαντική επιθυμία του είναι να ξεφορτωθεί την κυβέρνηση και να επαναφέρει την εξουσία στους «νόμιμους κατόχους» της, που κυβέρνησαν τη χώρα για σαράντα χρόνια, την χρεοκόπησαν και την γονάτισαν το 2010.
Η επιστροφή του κράτους στη δυναστική και πολιτική κανονικότητα είναι πολύ πιο σημαντική από το εθνικό συμφέρον. Η θέση που επιτεύχθηκε με τη συμφωνία των Πρεσπών (σύνθετη ονομασία, erga omnes και συνταγματική τροποποίηση) σχεδιάστηκε από τη δεξιά κυβέρνηση του πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή το 2008 και από τότε είναι γνωστή ως η «εθνική» θέση επί του ζητήματος. Μολαταύτα, παρά την καταγωγή και την κυριότητα της κυβερνητικής θέσης, οι δεξιοί απέρριψαν τη συμφωνία και επιτέθηκαν στην κυβέρνηση, κάνοντας οτιδήποτε μπορούν για να αποτρέψουν μια συμφωνία και, μετά την υπογραφή της, για να την τορπιλίσουν ανατρέποντας την κυβέρνηση.
Οι αρνητικές γεωπολιτικές και οικονομικές συνέπειες της αποτυχίας είναι γνωστές ευρέως, αλλά αυτό δεν σταματά την απορριπτική στάση πολιτικών και σχολιαστών. Πρόκειται για ένα καλό παράδειγμα του παραλογισμού του ασυνείδητου: «Ξέρω καλά ότι οι πράξεις μου θα βλάψουν την πατρίδα και τα συμφέροντά της, όμως συνεχίζω να τις εκτελώ».
Απόκρουση κάθε επίκρισης
Η συμπεριφορά του Κομουνιστικού Κόμματος Ελλάδας δεν διαφέρει σημαντικά. Οι επικεφαλής του επιμένουν να επαναλαμβάνουν δογματικά και απλοϊκά αξιώματα για τα κακά του ιμπεριαλισμού και του καπιταλισμού. Υποτίθεται ότι υπερασπίζονται τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, αλλά την ίδια στιγμή επικρίνουν κυβερνητικές πολιτικές για τη στήριξη των φτωχών, υπονομεύοντας έτσι τον ισχυρισμό τους ότι στηρίζουν τους μη προνομιούχους. Η ιδεολογία δεν είναι πλέον η κλασική μαρξιστική «ψευδής συνείδηση»: Οι πολιτικοί έχουν πλήρη συνείδηση ότι οι πράξεις τους αντιστρατεύονται τη γνώση τους, αλλά αυτό δεν τους σταματά. Στην περίπτωσή μας πρόκειται για μια πεφωτισμένη ψευδή συνείδηση: Οι πολιτικοί δημιουργούν μια ζώνη ασφαλείας γύρω τους, η οποία εξοστρακίζει ότι γνωρίζουν αλλά δεν μπορούν να δεχθούν. Η ιδεολογία αναγνωρίζει τα λάθη της αλλά η υγειονομική ζώνη αποτρέπει κάθε επίκριση. Οι πολιτικοί γνωρίζουν ότι δρουν εναντίον των συμφερόντων και των αρχών τους, συνεχίζουν μολαταύτα.
Η μετα-ιδεολογία των κενών σημαινόντων
Αυτές οι αντιφάσεις αντικαθιστούν την ιδεολογική σύγκρουση με τον κυνισμό και την υποκρισία. Τα σημάδια τους είναι παντού. Οι πολιτικοί αρνούνται ότι οι πράξεις τους είναι υποκριτικές και κατηγορούν όλους τους άλλους για αυταπάτες και ψέματα. Οι πεποιθήσεις τους είναι στέρεες, οι ιδέες τους πραγματικές, των αντιπάλων τους συνήθως λάθος. Ο ισχυρισμός ότι έχουμε την αλήθεια με το μέρος μας είναι η πιο ισχυρή ιδεολογία στην εποχή που διανύουμε, αυτήν της μετα-ιδεολογίας. Αυτό βρίσκει εφαρμογή εξίσου και σε αυτούς που επικαλούνται την «αδιαμφισβήτητη» γνώση τους και σε εκείνους που ακολουθούν τα συναισθήματά τους. Πώς;
Η επιθυμία είναι η επιθυμία του άλλου: τα συναισθήματα ενεργοποιούνται από αμοιβαίες σχέσεις με τους άλλους. Έχω δυνατά συναισθήματα, πιστεύω σε κάτι παθιασμένα, όταν γνωρίζω ότι και άλλοι το πιστεύουν ή το επιθυμούν. Πολλοί Έλληνες δεν καταλαβαίνουν τα λόγια της λειτουργίας, για παράδειγμα, διότι η εκκλησιαστική γλώσσα είναι αρχαΐζουσα. Ωστόσο, όταν ο ιερέας τα παραθέτει στην εκκλησιαστική λειτουργία, είμαστε διατεθειμένοι να τα πιστέψουμε. Οι εκκλησιαστικές τελετές, τα λεγόμενα «μυστήρια», είναι εξίσου και γλωσσολογικά μυστήρια. Ο ιερέας ξέρει το νόημα τους και αυτό είναι αρκετό για τους εκκλησιαζόμενους.
Αντίστοιχα, τεχνικές μακροοικονομικές ή δημοσιονομικές αναλύσεις για την κρίση ή το χρέος είναι ακατανόητες για τους περισσότερους. Ωστόσο, αν οι οικονομολόγοι τις καταλαβαίνουν, τους πιστεύουμε δίχως να ερευνούμε περαιτέρω. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι ορισμένοι άνθρωποι -πολιτικοί, επιστήμονες, ειδικοί- ξέρουν τις απαντήσεις, ακόμα κι αν μεταξύ τους υπάρχουν διαφωνίες. Σε μια κοινωνία όπου η πληροφορία ρέει ασταμάτητα, δίνουμε την ισχύ σε άλλους να πιστεύουν για εμάς. Όσο περισσότερο η κοινωνία μας συλλέγει πληροφορίες και δεδομένα, τόσο περισσότερο η προσωπική μας άγνοια μεγαλώνει, συνοδευόμενη από την πίστη και τη στήριξη για κάποιους λίγους εκλεκτούς. Πιστεύουμε με πληρεξούσιο.
Ο συνδυασμός κυνισμού και ισχυρισμών για την αλήθεια είναι η κυρίαρχη ιδεολογία της μετα-ιδεολογικής εποχής μας. Παρόλο που δεν πιστεύω πραγματικά τίποτα πέρα από το συμφέρον μου, προσποιούμαι πίστη σε αυτό που πιστεύουν οι άλλοι και τοποθετώ την πίστη μου σε αυτούς. Όπως οι αντιπροσωπείες αυτοκινήτων ή λευκών ειδών, εκπρόσωποι ιδεών μού λένε τι να πιστέψω. Όταν βλέπω κάποιον να γελάει ή να κλαίει, γελάω ή κλαίω μαζί τους. Ομοίως, όταν οι άλλοι επαναλαμβάνουν ένα επιχείρημα, το αποδέχομαι, ώστε να μπορώ και εγώ να πιστεύω έχοντας πλήρη άγνοια για το θέμα.
Το συναισθηματικό νόημα
Η μετα-ιδεολογία είναι δομημένη γύρω από κενά σημαίνοντα, όπως «Μακεδονία» ή «έθνος». Σημαίνουν διαφορετικά πράγματα για διαφορετικούς ανθρώπους. Εφόσον δεν είναι εφικτό να τα περιγράψουμε ή να τα ορίσουμε αναντίρρητα, κάθε ομάδα τούς αποδίδει τις δικές της προτιμήσεις, επιχειρώντας να προσδώσει ένα σημαινόμενο στην κενή -ή πλήρης- νοήματος λέξη. Η πολυσημία αυτών των λέξεων τις καθιστά ιδανικό έδαφος για τη δόμηση ατομικών και συλλογικών ταυτοτήτων. Καθώς είναι ανέφικτο να τις ορίσουμε λεκτικά, αναφερόμαστε σε αυτές μέσω σημαντικών γεγονότων ή εικόνων. «Για να μπορέσεις να καταλάβεις το νόημα της Μακεδονίας, πρέπει να έχεις πάρει μέρος σε μια διαδήλωση εναντίον της συμφωνίας», λένε ορισμένοι. Ή δείχνουμε μια εικόνα: ο ήλιος της Βεργίνας, το άγαλμα του Μέγα Αλέξανδρου, η εθνική σημαία ή το μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη.
Τίποτα από αυτά δεν εξηγεί τι είναι η Μακεδονία. Φέρνουν, όμως, στο νου κι άλλες εικόνες χαράς, ανάτασης, συναισθηματικής εμπλοκής: ο Παρθενώνας, το άγαλμα κάποιου άλλου ήρωα, οι πανηγυρισμοί για το ευρωπαϊκό πρωτάθλημα στο ποδόσφαιρο το 2004, το έμβλημα της ποδοσφαιρικής σου ομάδας. Ο συνδυασμός τους δημιουργεί ένα συνονθύλευμα συνεπειών που δίνει συναισθηματικό νόημα στη Μακεδονία. Δεν ενδιαφέρεται για λεπτομερή ιστορικά, γεωγραφικά ή γεωπολιτικά επιχειρήματα, αλλά είναι πολύ ισχυρότερος από αυτά. Θα μπορούσαμε να απαριθμήσουμε παρόμοια σύμβολα και εικόνες που επηρέασαν το δημοψήφισμα για το Brexit και τη διάδοχη συζήτηση.
«Η Μακεδονία των ονείρων μας»
Η ψυχολογική αρχιτεκτονική που δομεί γύρω από λέξεις και εικόνες είναι μέρος της ατομικής και συλλογικής μας πάλης για αναγνώριση. Η επιθυμία των άλλων συνιστά την ταυτότητά μας, αναγνωρίζοντας ή αναγνωρίζοντας εσφαλμένα τις συνιστώσες της. Δεν είμαστε ποτέ βέβαιοι για το νόημα συμβόλων ή για το στέρεο χαρακτήρα της ατομικής ή της συλλογικής μας ταυτότητας. Έτσι, η ψυχανάλυση δίνει έμφαση στο ρόλο των άλλων σε αυτήν την πάλη και διαχωρίζει μεταξύ δύο τύπων οργάνωσης της αντίδρασής μας, το «ιδανικό εγώ» και το «ιδανικό του εγώ».
Στο ιδανικό εγώ, το ατομικό φαντασιακό, με τις εικόνες και τη φαντασία του, προβάλλει μια ιδανική ταυτότητα και αντισταθμίζει έτσι τις απώλειες, τη φροϊδική δυσαρέσκεια για τις αποτυχίες και τις απογοητεύσεις της καθημερινότητας. Στην περίπτωση της Μακεδονίας, είμαι ενημερωμένος, μορφωμένος, ανεκτικός παρά τις δυσκολίες της καθημερινότητας. Η αφοσίωση στη γνώση και τις αξίες εξασφαλίζει τη διανοητική ανωτερότητα.
Το συλλογικό φαντασιακό, από την άλλη, προβάλλει την ένδοξη εθνική ιστορία και ένα λαμπρό μέλλον. Η Μακεδονία, ο Μέγας Αλέξανδρος, οι νίκες στους Βαλκανικούς Πολέμους αναδεικνύονται σε πλευρές της γνώσης και της επιστημονικής κατανόησης -οπότε είμαι υπέρ της συμφωνίας- ή αναδεικνύονται ως εθνικός μύθος, παράδοση, πολιτισμός -οπότε είμαι κατά της συμφωνίας. Σε κάθε περίπτωση, αυτά τα συλλογικά φαντασιακά αντισταθμίζουν τις εθνικές ταπεινώσεις, τη φτωχοποίηση των ανθρώπων, τους περιορισμούς της εθνικής κυριαρχίας.
Στο ιδανικό του εγώ, βλέπω τον εαυτό μου από τη θέση του άλλου και προσπαθώ να γίνω ή να κάνω αυτό που ο άλλος προσδοκά από εμένα. Αυτό είναι το νόημα της αντι-εθνικιστικής ικανοποίησης με την τεράστια διεθνή αποδοχή και της εθνικιστικής με τις διαδηλώσεις κατά της συμφωνίας σε βορρά και νότο. Γίνομαι το ίδιο με τους άλλους, πιστεύω ό,τι πιστεύουν, αποδέχομαι την επιθυμία του ναρκισσιστή που βλέπει στους άλλους το δικό του είδωλο.
Κάπου ανάμεσα στη φαντασία μας, την αλήθεια και τις επιθυμίες των άλλων, βαδίζουμε, από διαφορετικά μονοπάτια, προς τη «Μακεδονία των ονείρων μας». Εν τω μεταξύ, η ευρύτερη δυνατή αποδοχή της συμφωνίας των Πρεσπών είναι ο καλύτερος τρόπος για να οικοδομήσουμε Βαλκάνια με φιλία και ειρήνη. Όχι και μικρό επίτευγμα, αν αναλογιστούμε ότι λιγότερο από τριάντα χρόνια πριν δολοφονικοί εθνικιστικοί πόλεμοι εξολόθρευαν και εξοστράκιζαν από τα σπίτια τους χιλιάδες ανθρώπους.