Ελευθερία, ισότητα, καταστολή

Υπάρχει μια κατηγορία σχολιαστών σε έγκυρες εφημερίδες που στάζουν χολή και δηλητήριο, χρησιμοποιούν την ημιμάθεια για επίδειξη γνώσης και το μισανθρωπικό «χιούμορ» για τη δολοφονία χαρακτήρων. Ένας τέτοιος έγραψε πρόσφατα ότι αποφεύγω να συζητήσω ή δεν καταλαβαίνω την έννοια της ελευθερίας. Μια και δεν φαίνεται να διαβάζει βιβλία, ας εξηγήσω μερικές βασικές έννοιες.

Ας ξεκινήσω με ένα φιλοσοφικό αξίωμα: Η ελευθερία δεν μπορεί να ανθήσει χωρίς ισότητα και ισότητα δεν υπάρχει χωρίς ελευθερία. Ο Étienne Balibar επινόησε τον όρο «ισοελευθερία» που αργότερα εξελίχθηκε σε «ισοδημοκρατία» (http://www.efsyn.gr/arthro/aristero-orama-toy-21oy-aiona).

Η ισότητα και η ελευθερία, τα δώρα της νεωτερικότητας, είναι σιαμαίοι αδελφοί, δημιούργημα της συνεχούς διεύρυνσης και εμβάθυνσης της δημοκρατίας. Το πρώτο άρθρο της Οικουμενικής Διακήρυξης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα ορίζει ότι όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ελεύθεροι και ίσοι. Αλλά η δήλωση δεν περιγράφει μια πραγματικότητα. Δεν γεννιόμαστε ούτε ελεύθεροι ούτε ίσοι, αλλά απολύτως εξαρτημένοι από τους γονείς μας, χωρίς τους οποίους δεν μπορούμε να επιβιώσουμε. Η δήλωση δεν είναι περιγραφική αλλά επιτελεστική, αποτελεί κάλεσμα σε δράση: «Γεννιόμαστε εξαρτώμενοι. Ας ενεργήσουμε πολιτικά για να κατακτήσουμε την ισότητα της ελευθερίας».

Η σχέση είναι τόσο στενή που όταν η μία αξία χάνεται και η άλλη υποχωρεί. Ο σοβιετικός κομμουνισμός απέρριψε την πολιτική ελευθερία και δημιούργησε τις κομματικές ελίτ, το αντίθετο της ισότητας. Ο καπιταλισμός απορρίπτει την ισότητα και οδηγεί στην ανελευθερία της ακραίας φτώχειας και της δομικής ανεργίας. Η ισότητα και η ελευθερία είναι λοιπόν φιλοσοφικά αδιαχώριστες, αλλά κινούνται σε διαφορετικές τροχιές. Για τον φιλελευθερισμό, η «αρνητική» ελευθερία είναι πρωταρχική.

Η δήλωση του Hobbes ότι ελευθερία είναι η απουσία «εξωτερικών εμποδίων» αποτελεί την κλασική της διατύπωση. Για τον Isaiah Berlin, από την άλλη, η «θετική» ελευθερία σημαίνει ότι «θέλω η ζωή και οι αποφάσεις μου να εξαρτώνται από εμένα και όχι από οποιεσδήποτε εξωτερικές δυνάμεις […] να είναι δικές μου πράξεις βούλησης, και όχι όργανο άλλων».

Αλλά αν η ελευθερία ταυτίζεται με την απομάκρυνση εξωτερικών εμποδίων, ο εαυτός διαχωρίζεται ριζικά από τον κόσμο που φαίνεται ξένος και απειλητικός και από τους άλλους που γίνονται είτε εχθροί είτε όργανα των σχεδίων μας. Εδώ ψηλαφίζουμε τη σύνδεση φιιλελευθερισμού και καταστολής, νεοφιλευθερισμού και κατάστασης ανάγκης.

Στις προνεωτερικές κοινότητες, ο λόγος, ο θεός ή η φύση θεμελίωναν μια ηθική της αρετής και των καθηκόντων. Η νεωτερικότητα απελευθέρωσε το άτομο και πυροδότησε έντονους και πολύμορφους ανταγωνισμούς. Όταν η προνεωτερική αρετή αντικαταστάθηκε από τα ατομικά δικαιώματα, εξωτερικοί μόνο περιορισμοί μπορούν να συγκρατήσουν τον κυρίαρχο εγωκεντρισμό. Το τιμωρητικό δίκαιο, η καταστολή, οι φυλακές και οι εκτελέσεις αποτελούν τον αναγκαίο σύντροφο της ατομικής ελευθερίας. Ο Hobbes γράφει στον Λεβιάθαν ότι ενώ ο νόμος είναι απαραίτητος σε μια κοινωνία χωρίς έμφυτα καθήκοντα και αρετή, αποτελεί εντούτοις εξωτερικό εμπόδιο, «καθορίζει και δεσμεύει», και είναι επομένως προϋπόθεση αλλά και εχθρός της ελευθερίας.

Αυτή την έντιμη παραδοχή ότι η συνειδησιακά ανεξέλεγκτη ελευθερία χρειάζεται ισχυρή εξωτερική καταστολή έχουν ξεχάσει οι φιλελεύθεροι. Η εποχή μας ενίσχυσε τον παράδοξο δεσμό μεταξύ ελευθερίας και καταναγκασμού. Η εγωκεντρική ελευθερία και η αδιαφορία για τους άλλους αποτελούν στυλοβάτες του νεοφιλελευθερισμού.

Ελευθερία σημαίνει να επιλέγουμε τα σχολεία και τους γιατρούς μας, τα χάπια που μας κάνουν ευτυχισμένους και το DNA των παιδιών μας, το iPhone ή το Samsung. Είμαστε ελεύθεροι αν τα πάντα γίνονται εμπόρευμα προς πώληση και είμαστε ίσοι όταν μπορούμε να αγοράσουμε οτιδήποτε πουλιέται (παρότι το δικαίωμα δεν ακολουθείται βέβαια από τη δυνατότητα αγοράς). Η μεταμοντέρνα επιταγή «κοίτα την πάρτη σου», «η απληστία είναι καλή», μεγαλώνει το χάσμα ανάμεσα σε εαυτό και άλλους. Υποστηρίζει ότι κάθε επιθυμία μπορεί να γίνει δικαίωμα και κανένα εμπόδιο δεν πρέπει να αναχαιτίζει την εκπλήρωση της ατομικής βούλησης. Αλλά η επιθυμία κινείται από την έλλειψη και είναι αχόρταγη.

Ένα ηθικό και νομικό σύστημα που βασίζεται στη νομιμοποίηση της επιθυμίας γίνεται έτσι μηδενιστικό, επίφοβο, βίαιο. Καθιστώντας τον εγωκεντρισμό κυρίαρχη κοινωνική ηθική, αυξάνει τις ανισότητες και δημιουργεί πραγματικούς και φανταστικούς φόβους.

Το δόγμα «νόμος και τάξη» επεκτείνεται, η αστυνόμευση γενικεύεται, η κατάσταση ανάγκης μονιμοποιείται. Το κράτος πρόνοιας εγγυήθηκε ένα μίνιμουμ αξιοπρεπούς διαβίωσης και κοινωνικής ασφάλισης· το νεοφιλελεύθερο κράτος εγγυάται αποκλειστικά την ασφάλεια. Χτίζει τείχη και φράχτες για να κρατήσει τους ανεπιθύμητους έξω και τους πλούσιους «πολιορκημένους» μέσα. Η διαφημιζόμενη ισορροπία ασφάλειας και ελευθερίας των φιλελεύθερων είναι απατηλή. Η εγωκεντρική ελευθερία οδηγεί σε έναν ολοένα εντεινόμενο καταναγκασμό.

Καταφατική ελευθερία

Η αριστερή αντίληψη θεωρεί την ελευθερία αυτονομία, όπου ο εαυτός εξαρτάται από τον άλλο. Παραφράζοντας τον Μαρξ, ελευθερία είναι η κατανόηση της αναγκαιότητας (δουλειά της κοινωνικής επιστήμης) και ο πολιτικός αγώνας για την κατάργηση των ανισοτήτων (δουλειά της πολιτικής). Οι αρχαίοι πίστευαν ότι όσα τραγικά και αποτρόπαια μας συμβαίνουν είναι έργο της μοίρας. Για μας, η τυχαιότητα της γέννησης, της τάξης, του φύλου ή της φυλής έχουν αντικαταστήσει τη μοίρα και οδηγούν στις ανισότητες. Μοιράζουν ασθένειες, πείνα, καταπίεση στους πολλούς και ζωή άνεσης και ξεγνοιασιάς στους λίγους. Αυτά έχουμε την υποχρέωση να ανατρέψουμε.

Το χομπσιανά εμπόδια της ελευθερίας απορρέουν από τις ανισότητες και καθιστούν αναγκαία τη συλλογική δράση για τη βελτίωσή τους. Κάθε σπουδαία αστική ελευθερία, κάθε βήμα προς το κράτος πρόνοιας επιτεύχθηκε με αγώνες των εργαζόμενων, των δημοκρατών, των αριστερών. Από την άλλη πλευρά, η χρησιμοποίηση των πολιτικών αξιωμάτων για ευνοιοκρατία και πλουτισμό βρίσκονται στον αντίποδα της Αριστεράς. Η διαφθορά και διαπλοκή εμφανίζονται όταν η κυρίαρχη ιδεολογία μετατρέπει τις ιδιωτικές αμαρτίες σε δημόσιες αρετές και τα πολιτικά αξιώματα σε business plan.

Για τον νεοφιλελευθερισμό, είμαστε ελεύθεροι όταν επιλέγουμε αυτά που μας έχουν διαμορφώσει, όταν κάθε αξία, συναίσθημα και σχέση μετατρέπεται σε εμπόρευμα. Το δικαίωμα επιλογής υπηρετεί την αγοραία αναγκαιότητα.

Αντίθετα, ελευθερία σημαίνει να επιλέγουμε contra fatum, ενάντια στη μοίρα και την ανάγκη. Συμφωνούν σ’ αυτό ο Kant και ο Levinas, ο Marx και ο Freud. Είμαστε ελευθεροι όταν πράττουμε ενάντια σ’ αυτό που μας επιβάλλει η φύση ή η «κοινωνική φύση» της συμμόρφωσης και πειθάρχισης. Η Aριστερά προσθέτει ότι η ατομική ελευθερία πετυχαίνει όταν με συλλογική πολιτική δράση ανατρέπουμε τις ιεραρχίες και τις ανισότητες.

Η ιδέα της ισότητας είναι απλή και σαφής: καθένας μας είναι μοναδικός και πρέπει να λογίζεται και να αντιμετωπίζεται ως μοναδικός. Η μοναδικότητα του εαυτού δημιουργείται από κοινού με τους άλλους. Ο άλλος είναι ένα αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητάς μου και εγώ είμαι ενδόμυχο συστατικό της ακεραιότητας του άλλου.

Η ελευθερία δεν είναι επομένως αρνητική ή θετική, αλλά καταφατική: Είμαι ελεύθερος όταν οι άλλοι που με κάνουν αυτό που είμαι είναι εξίσου ελεύθεροι. Αυτό αποτελεί το θεμέλιο της αρχής ότι δεν μπορεί να υπάρξει ελευθερία χωρίς ισότητα και ισότητα χωρίς ελευθερία. Η πραγμάτωσή της είναι έργο της δημοκρατίας και επιταγή της ελπίδας.

*Άρθρο του Κώστα Δουζίνα. Δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών στις 31 Οκτωβρίου 2017.